Ελλάδα

Αντιπαράθεση για τις καταλήψεις

Από πολύπλευρη αντιπαράθεση συνοδεύτηκαν οι χθεσινές, επεισοδιακές επιχειρήσεις της αστυνομίας για την εκκένωση τριών κατειλημμένων κτιρίων στο Κουκάκι. Η σύλληψη πατέρα και των δύο γιων του, στην ταράτσα του σπιτιού τους, ακριβώς δίπλα στο ένα από τα υπό κατάληψη κτίρια, και η καταγγελία της συζύγου και μητέρας τους ότι η αστυνομία παραβίασε το οικιακό άσυλο μπαίνοντας στο σπίτι τους δίχως ένταλμα, αποτέλεσε το κεντρικό ζήτημα της αντιπαράθεσης. Το αρχηγείο της ΕΛ.ΑΣ. διέψευσε τις καταγγελίες και διευκρίνισε ότι όλα έγιναν νομίμως, παρουσία εισαγγελικών λειτουργών. Η υπεράσπιση της οικογένειας, πάντως, χθες το βράδυ επανέλαβε ότι τα δύο αδέλφια δεν έχουν σχέση με την κατάληψη, καθώς και ότι οι αστυνομικοί ανέβηκαν στην ταράτσα του σπιτιού τους χωρίς την άδεια του εισαγγελέα. Κατήγγειλε επιπλέον ότι χρησιμοποιήθηκε υπερβολική βία κατά την ακινητοποίησή τους, με συνέπεια να κριθεί αναγκαία η μεταφορά του πατέρα και των δύο γιων του στο νοσοκομείο προκειμένου να τους παρασχεθεί ιατρική φροντίδα και να τους δοθούν ιατρικές γνωματεύσεις για τη δικογραφία.

Η χθεσινή αστυνομική επιχείρηση αποτέλεσε αφορμή και για τη δημόσια ανταλλαγή επιστολών ανάμεσα στον καθηγητή Νίκο Αλιβιζάτο, πρόεδρο της επιτροπής διερεύνησης περιστατικών αστυνομικής αυθαιρεσίας, και τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη. Ο πρώτος προετοίμασε το έδαφος για την αποχώρησή του από την επιτροπή γράφοντας, μεταξύ άλλων, ότι «διαπιστώνω με λύπη μου ότι η σύσταση της υπό την προεδρία μου επιτροπής συμπίπτει με την αύξηση των περιστατικών αυθαίρετης αστυνομικής βίας. Η εν λόγω επιτροπή δεν μπορεί να λειτουργήσει στην πράξη ως άλλοθι για τέτοιου είδους απαράδεκτες συμπεριφορές». Ο κ. Χρυσοχοΐδης απάντησε στον κ. Αλιβιζάτο ότι εκτιμά τη δημοκρατική του ευαισθησία και τον διαβεβαίωσε ότι «η επιχείρηση εκκένωσης έγινε με παρουσία εισαγγελικού λειτουργού και δεν υπήρξαν πράξεις αστυνομικής βίας». Ολα ξεκίνησαν λίγο μετά τις 5 το πρωί, όταν αστυνομικοί της Ασφάλειας, των ΜΑΤ και της Ειδικής Κατασταλτικής Αντιτρομοκρατικής Μονάδας (ΕΚΑΜ) περικύκλωσαν τις τρεις καταλήψεις στις οδούς Αρβάλη 3, Παναιτωλίου 21 και Ματρόζου 45. Οι εκκενώσεις των δύο πρώτων έγιναν δίχως ιδιαίτερα απρόοπτα. Στο ακίνητο της Αρβάλη βρέθηκαν και συνελήφθησαν μία Ελληνίδα και ένας Γάλλος υπήκοος, που είχε συλληφθεί ξανά κατά την πρόσφατη εκκένωση της κατάληψης «Βανκούβερ» στην οδό Μαυρομματαίων.

Αντίστοιχα, στο υπό κατάληψη ακίνητο της οδού Παναιτωλίου συνελήφθησαν τρεις Ελληνίδες και ένας υπήκοος Σουηδίας. Αναφορικά με όσα εκτυλίχθηκαν στην οδό Ματρόζου, η Αστυνομία διευκρίνισε χθες ότι, στη θέα των αστυνομικών, δύο άτομα από την κατάληψη βγήκαν στο μπαλκόνι του 1ου ορόφου και στη συνέχεια στην ταράτσα του κτιρίου, απ’ όπου πετούσαν μπογιές, πέτρες, έπιπλα και διάφορα αντικείμενα κατά των ενστόλων, όση ώρα εκείνοι προσπαθούσαν με τροχό να κόψουν την πόρτα της εισόδου. Οταν οι νεαροί κατάλαβαν ότι οι άνδρες της ΕΚΑΜ κατάφεραν να μπουν στην κατάληψη, επιχείρησαν –σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ.– να διαφύγουν πηδώντας στην ταράτσα του διπλανού ακινήτου, όπου μένουν μαζί με την οικογένειά τους. Οι αστυνομικοί χτύπησαν την πόρτα του σπιτιού τους και ζήτησαν από τη μητέρα τους να τους επιτραπεί να ανέβουν στην ταράτσα. Εκείνη, όπως κατήγγειλε στην τηλεόραση, αρνήθηκε, καθώς οι αστυνομικοί δεν είχαν ένταλμα. Σύμφωνα πάντα με τη μαρτυρία της, οι ένστολοι προσωρινά αποχώρησαν, ωστόσο μερικά λεπτά αργότερα άκουσε ποδοβολητά στην ταράτσα και, ανεβαίνοντας να ελέγξει τι συνέβαινε, τους είδε να συλλαμβάνουν –χρησιμοποιώντας υπερβολική βία– τον σύζυγο και τους δύο γιους της. Ακολούθησε έρευνα στο σπίτι της οικογένειας για το ενδεχόμενο να είχαν κρυφτεί εκεί άτομα της διπλανής κατάληψης, δίχως να εντοπιστεί κάποιος.

Στις καταθέσεις τους, πάντως, οι αστυνομικοί περιγράφουν την παρουσία των δύο αγοριών στην κατάληψη, καθώς και ότι οι νεαροί κατέφυγαν καταδιωκόμενοι στο διπλανό ακίνητο, όπου και συνελήφθησαν. Σύμφωνα με πληροφορίες από αστυνομικές πηγές, στα ρούχα τους βρέθηκε μπογιά όμοια με εκείνη που πετούσαν κατά των αστυνομικών. Μέχρι αργά χθες εκκρεμούσαν οι απαντήσεις από τα εγκληματολογικά εργαστήρια προκειμένου να διαπιστωθεί εάν δακτυλικά και γενετικά αποτυπώματα των δύο νεαρών ταυτοποιούνταν ή όχι σε αντικείμενα εντός του κτιρίου της κατάληψης. Οι συνήγοροι του πατέρα και των δύο γιων του, πάντως, υποστηρίζουν ότι και οι τρεις βρίσκονταν στο σπίτι τους τη στιγμή της επέμβασης, κάτι που μπορούν να επιβεβαιώσουν τουλάχιστον δέκα περίοικοι – αυτόπτες μάρτυρες του περιστατικού. Εις βάρος του πατέρα σχηματίστηκε δικογραφία για αντίσταση, ενώ εις βάρος όλων των υπολοίπων δικογραφία σε βαθμό πλημμελήματος για διατάραξη οικιακής ειρήνης.

 

Πηγή: Καθημερινή Έντυπη Έκδοση