Χαμηλή αποδοχή καταγράφουν ακόμα τα γενόσημα στη χώρα μας. Παρά τις εδώ και περίπου μία δεκαετία απόπειρες θέσπισης κινήτρων για ασθενείς, φαρμακοποιούς και γιατρούς αλλά και τις συνεχείς μνημονιακές δεσμεύσεις για μεγαλύτερη διείσδυση των γενόσημων φαρμάκων στην ελληνική αγορά, το ποσοστό χρήσης τους από ασφαλισμένους είναι κοντά στο 28,5%, τη στιγμή που σε άλλες, σαφώς πιο εύρωστες οικονομικά χώρες και με μεγάλες βιομηχανίες φαρμάκων όπως η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, το αντίστοιχο ποσοστό ξεπερνά το 80%.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα δεδομένα του ΕΟΠΥΥ, το ποσοστό γενοσήμων στον όγκο των φαρμάκων που λαμβάνουν οι ασφαλισμένοι ήταν τον περασμένο Οκτώβριο στο 28,3%, (21,5% της μηνιαίας δαπάνης). Αν και η διείσδυσή τους στην αγορά έχει αυξηθεί σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα –όταν το ποσοστό δεν ξεπερνούσε το 18,5%– είναι ακόμα μακριά από τον «μνημονιακό στόχο» του τουλάχιστον 40%. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ για την Υγεία (Health at a Glance 2019), η χώρα μας είναι στις τέσσερις τελευταίες θέσεις όσον αφορά το μερίδιο των γενοσήμων στη φαρμακευτική αγορά μαζί με το Λουξεμβούργο (11%), την Ελβετία (23%) και την Ιταλία (25%). Στον αντίποδα είναι το Ηνωμένο Βασίλειο (85%), η Χιλή (84%), η Γερμανία (82%) και η Νέα Ζηλανδία (81%), ενώ ο μέσος όρος στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι 52%.
Η προσπάθεια για αύξηση της χρήσης γενοσήμων ξεκίνησε «στραβά», με τους περισσότερους να την αποδίδουν στο μνημόνιο και να τη χαρακτηρίζουν άλλο ένα οικονομικό μέτρο. Με τον καιρό, η αρχική λανθασμένη αίσθηση των πολιτών ότι τα γενόσημα είναι φάρμακα δεύτερης κατηγορίας αμβλύνθηκε, ενώ σε ένα βαθμό απέδωσαν και τα οικονομικά κίνητρα, μείωση της συμμετοχής στη δαπάνη στην περίπτωση που επέλεγαν γενόσημα (εξομοίωση της τιμής των γενοσήμων με την ασφαλιστική τιμή και μηδενική συμμετοχή στις χρόνιες παθήσεις). Ωστόσο, ακόμα και σήμερα δύσκολα αλλάζουν το φάρμακο που γνωρίζουν, πόσο μάλλον όταν ουδείς ασχολείται στο να τους πείσει γι’ αυτό.
Οι οφειλές
Η συνταγογράφηση με βάση τη δραστική ουσία, δεν είχε τα αναμενόμενα αποτελέσματα, αφού οι γιατροί βρίσκουν άλλους τρόπους για να διασφαλίσουν ότι ο ασθενής θα λάβει το σκεύασμα που αυτοί κρίνουν κατάλληλο για την περίπτωσή του. Το δε «μπόνους» προς φαρμακεία που έχουν υψηλές πωλήσεις γενοσήμων, έμεινε στα χαρτιά αφού ουδέποτε αποδόθηκε. Σύμφωνα, δε, με τον Πανελλήνιο Φαρμακευτικό Σύλλογο, η πολιτεία οφείλει στα φαρμακεία από το συγκεκριμένο «μπόνους» για τα έτη 2017, 2018 και 2019, περίπου 8 εκατ. ευρώ. Συχνά μάλιστα φαρμακοποιοί και γιατροί αλληλοκατηγορούνται για την αποτυχία της διείσδυσης των γενοσήμων. Οι μεν φαρμακοποιοί κατηγορούν τους γιατρούς ότι υποδεικνύουν στους ασθενείς ποιο φάρμακο να πάρουν, οι δε γιατροί καταγγέλλουν τους φαρμακοποιούς ότι προτιμούν να προωθούν τα πιο ακριβά φάρμακα λόγω υψηλότερου κέρδους.
Ο αντιπρόεδρος του ΙΣΑ, καρδιολόγος κ. Φώτης Πατσουράκος, μιλώντας στην «Κ» υποστηρίζει ότι το μέτρο της συνταγογράφησης με βάση τη δραστική ουσία θα πρέπει να αρθεί γιατί έβαλε τρικλοποδιά στα γενόσημα. «Δεν ξέρουμε ποιο φάρμακο δίνει ο φαρμακοποιός» σημειώνει και παραδέχεται ότι συχνά οι γιατροί προκειμένου να μπορούν να ελέγξουν πιο σκεύασμα τελικά θα λάβει ο ασθενής τους και να διασφαλίσουν ότι αυτό δεν θα τους δημιουργήσει προβλήματα (αλλεργίες κ.ά.) επιλέγουν να συνταγογραφήσουν δραστικές ουσίες που αναγκαστικά οδηγούν σε συγκεκριμένα πρωτότυπα φάρμακα. Σχολιάζοντας τη στάση των ασθενών σημειώνει ότι «επιθυμούν το πιο φθηνό φάρμακο, αρκεί όμως να τους πείσει ο γιατρός τους ότι αυτό που θα πάρουν είναι ασφαλές».
«Η όλη προσπάθεια διείσδυσης των γενοσήμων στην ελληνική αγορά έχει αποτύχει γιατί δεν υπήρξε από την πλευρά των κυβερνήσεων μία συντονισμένη προσπάθεια για να πεισθούν οι πολίτες ότι υπάρχουν γενόσημα ισάξια ή ακόμα και καλύτερα από τα πρωτότυπα», σημειώνει από την πλευρά του ο πρόεδρος του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου Απόστολος Βαλτάς. Και προσθέτει, «αυτό δεν μπορεί να γίνει αποσπασματικά, με ένα σποτ στην τηλεόραση, ή με μέτρα που τελικά δεν αποδίδουν. Χρειάζεται μια εθνική στρατηγική για τα γενόσημα και μια συντονισμένη προσπάθεια ενημέρωσης των πολιτών από όλους τους εμπλεκομένους. Πολιτεία, γιατρούς και φαρμακοποιούς».
Η έρευνα
Ελλειμμα εμπιστοσύνης στη δυνατότητα των ελληνικών αρχών να διασφαλίσουν την ποιότητα των γενόσημων φαρμάκων επιδεικνύει η πλειονότητα των φαρμακοποιών του ΕΟΠΥΥ, οι οποίοι σε γενικές γραμμές θεωρούν τα γενόσημα ισοδύναμα των πρωτότυπων. Σύμφωνα με έρευνα σε φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ που παρουσιάστηκε στο πρόσφατο Πανελλήνιο Συνέδριο για τα Οικονομικά και τις Πολιτικές της Υγείας, η πλειονότητα των ερωτηθέντων φαρμακοποιών πιστεύει ότι η δραστικότητα, η ασφάλεια αλλά και οι προδιαγραφές παρασκευής των γενόσημων (74%, 63,5% και 66,4% αντίστοιχα) είναι ανάλογες αυτών των πρωτοτύπων. Ωστόσο, το 65% των ερωτηθέντων δεν πιστεύει στην ικανότητα των ελληνικών αρχών να διασφαλίσουν την ποιότητα και την ασφάλεια των γενόσημων φαρμάκων. Εξι στους δέκα φαρμακοποιούς του ΕΟΠΥΥ, μάλιστα, θα προτιμούσε τη χρήση γενόσημων φαρμάκων σε παθήσεις που δεν απειλούν άμεσα τη ζωή του ασθενούς. (Ερευνητές: Ευαγγελία Αργυροπούλου, φαρμακοποιός ΕΟΠΥΥ, Παναγιώτης Θεοδώρου και Μαγδαληνή-Αφροδίτη Χατζίκου, συνεργαζόμενο εκπαιδευτικό προσωπικό του τμήματος Διοίκησης Μονάδων Υγείας, Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο).
Πηγή: Καθημερινή Έντυπη Έκδοση