Σε πολιτική βόμβα που η κυβέρνηση κάνει ό,τι περνά από το χέρι της ώστε να εκραγεί μετά τις εκλογές εξελίσσονται τα περίπου 82 δισ.κόκκινα δάνεια που έχουν οι τράπεζες στα χαρτοφυλάκιά τους. Η κινητικότητα που έχει καταγραφεί το τελευταίο διάστημα για την υιοθέτηση σχεδίων που θα βοηθήσουν τις τράπεζες να απαλλαγούν από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αποτυπώνει την αγωνία που υπάρχει για τις εξελίξεις, αλλά και την πίεση που δέχεται η κυβέρνηση για το συγκεκριμένο θέμα.
Οι ασφυκτικές προθεσμίες και οι εξωπραγματικές απαιτήσεις που έχει θέσει ο SSM στις ελληνικές τράπεζες για τη μείωση των κόκκινων δανείων -πρέπει να τα μειώσουν κατά 50 δισ. ευρώ μέχρι το 2021- οδηγούν το αμέσως επόμενο διάστημα σε εντατικοποίηση μαζικών πωλήσεων προβληματικών δανείων. Για να πιαστεί ο στόχος, πρέπει οι τράπεζες φέτος και τα επόμενα δύο χρόνια να μειώνουν τα δάνεια κατά περίπου 17 δισ. κάθε χρόνο. Και δεν υπάρχει άλλος τρόπος να επιτευχθεί αυτό παρά να φύγουν τα κόκκινα δάνεια από τις τράπεζες και να περάσουν σε funds και εξειδικευμένες εταιρείες διαχείρισης. Είναι ζήτημα χρόνου οι πλειστηριασμοί που σήμερα γίνονται μαζικά από τις τράπεζες να περιοριστούν δίνοντας τη θέση τους σε funds και εταιρείες διαχείρισης που θα είναι πλέον οι επισπεύδοντες. Με τις τράπεζες η κυβέρνηση διατηρεί γραμμές επικοινωνίας ώστε να επιδεικνύουν, με κάποια όρια πάντοτε, ευελιξία και κοινωνική ευαισθησία. Με τα funds και τις εταιρείες διαχείρισης όμως δεν υπάρχουν οι ίδιες οδοί επικοινωνίας και έτσι είναι ζήτημα χρόνου να δούμε και στη χώρα μας να εξελίσσονται σε έκταση σκηνικά τύπου Ισπανίας. Δεν είναι τυχαίο ότι η Τράπεζα της Ελλάδος έχει ήδη δώσει άδεια σε 16 εταιρείες διαχείρισης κόκκινων δανείων και στην ουρά για αδειοδότηση υπάρχουν ακόμη περισσότερες από δέκα.
Ταυτόχρονα, Εurobank και Τράπεζα Πειραιώς σχεδιάζουν ήδη τη δημιουργία ανεξάρτητων εταιρειών που θα αναλάβουν είτε την ιδιοκτησία, είτε τη διαχείριση, είτε και τα δύο των κόκκινων δανείων τους. Πρόκειται για εταιρείες με διαφορετικά ΑΦΜ που θα επανδρωθούν με προσωπικό από τις τράπεζες, το οποίο θα υπογράψει συμβάσεις με τους νέους εργοδότες. Η διαχείριση των δανείων θα γίνεται πλέον με την τεχνογνωσία στη συλλογή οφειλών των εξειδικευμένων εταιρειών που θα εισφέρουν και τα κεφάλαια. Ασχέτως αν τα κόκκινα δάνεια πουληθούν ή δοθούν για διαχείριση, οι δανειολήπτες δεν θα έχουν απέναντί τους τις τράπεζες, αλλά την πίεση των εξειδικευμένων funds και εταιρειών.
Η Εurobank έχει δεχτεί ήδη μη δεσμευτικές προσφορές για το Project Pillar που αφορά τιτλοποίηση κόκκινων στεγαστικών ύψους 2 δισ. ευρώ. Ταυτόχρονα θα μεταβιβάσει μεικτό πακέτο (μικρές επιχειρήσεις, στεγαστικά κ.λπ.) ύψους 7 δισ. (Project Cairo) στο πλαίσιο του σχεδίου συγχώνευσης με την Grivalia. Η Τράπεζα Πειραιώς φέρεται να επιδιώκει συμφωνία με εξειδικευμένη εταιρεία που θα συγκροτήσει δικό της φορέα διαχείρισης κόκκινων δανείων, ο οποίος θα αναλάβει να διαχειριστεί σχεδόν το σύνολο των κόκκινων δανείων.
Εθνική και Alpha Βank δεν έχουν δρομολογήσει ακόμη για τα κόκκινα δάνεια εμπροσθοβαρείς κινήσεις τέτοιας κλίμακας, αλλά είναι ζήτημα χρόνου να το πράξουν. Την ίδια στιγμή η Εθνική περιμένει τον Μάρτιο τις τελικές προσφορές για το Project Symbol ύψους 1,6 δισ. ευρώ, που αφορά 13.000 δάνεια μικρομεσαίων εταιρειών που φέρουν εγγυήσεις 7.900 ακινήτων. Ταυτόχρονα, η Alpha ολοκλήρωσε τον Δεκέμβριο την πώληση του πακέτου Jupiter και ετοιμάζεται για την πώληση ενός ακόμη το αμέσως επόμενο διάστημα.
Η κυβέρνηση, προωθώντας το σχέδιο για τη δημιουργία ειδικών εταιρικών σχημάτων (Asset Protection Scheme), τα οποία θα σηκώσουν από τις τράπεζες συνολικά 15 δισ. κόκκινα δάνεια, πιάνει τους φετινούς στόχους μείωσης και μεταθέτει το πρόβλημα για το 2020. Ωστόσο η πίεση των θεσμών, η είσοδος ξένων εταιρειών που παίρνουν πάνω τους τη διαχείριση δανείων, η πλατφόρμα των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών και οι προσαρμογές που έγιναν στην πολιτική δικονομία έχουν στρώσει τον δρόμο για την επιτάχυνση της ρευστοποίησης των προβληματικών δανείων. Τα παραπάνω σε συνδυασμό με τη λήξη -στο τέλος του μήνα- της παράτασης του νόμου Κατσέλη κάνουν την κυβέρνηση να ανησυχεί για την ανάπτυξη μιας καταστροφικής, για προεκλογική περίοδο, δυναμικής στο μέτωπο των κόκκινων δανείων. Εκμεταλλευόμενη τα όρια ανοχής των δανειστών -που έχουν διευρυνθεί λόγω Πρεσπών-, η κυβέρνηση δεν προσήλθε στην τρόικα με ολοκληρωμένες προτάσεις κατά τον δεύτερο μεταμνημονιακό έλεγχο. Οι δανειστές έχουν αρκεστεί στις διαβεβαιώσεις του Γιώργου Χουλιαράκη ότι όλα θα είναι έτοιμα ως το επόμενο EuroWorking Group, που είναι στα τέλη του μήνα.
Στο μεταξύ, στους κόλπους της κυβέρνησης μαίνεται πολιτική κόντρα για τις τράπεζες, η οποία αυτή την εβδομάδα πήρε δημόσιες διαστάσεις. Μιλώντας στην Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής ο υπουργός Οικονομίας Γιάννης Δραγασάκης, είπε πως «δεν μπορούμε να υποτιμήσουμε το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι η χώρα με τα περισσότερα κόκκινα δάνεια. Αρα δεν υπάρχουν λύσεις manual, δεν υπάρχει κάποιος οδηγός να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα. Αν δεν το προσέξουμε, μπορεί να κάνουμε ρυθμίσεις που να οδηγήσουν τις τράπεζες σε σημείο που να απαιτηθούν νέα κεφάλαια. Και άρα αυτός είναι ο λόγος που δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί η νομοθέτηση».
Πραγματικός αποδέκτης της δήλωσης Δραγασάκη ήταν ο υπουργός Επικρατείας Αλέκος Φλαμπουράρης. Η δήλωση έγινε για να περάσει στον ισχυρό πόλο της κυβέρνησης το μήνυμα ότι πρέπει να τελειώνει με το διάδοχο σχήμα του νόμου Κατσέλη γιατί οι τράπεζες είναι υπό πίεση, η οποία προς το παρόν αποτυπώνεται στο Χρηματιστήριο. Η κυβέρνηση για να αποφύγει το πολιτικό κόστος, αν το τσουνάμι της ρευστοποίησης προβληματικών δανείων ξεκινήσει άμεσα, εμφανίζεται αμετάπειστη ζητώντας ο νέος νόμος να προστατεύει πρώτη κατοικία αντικειμενικής αξίας έως 250.000 ευρώ για δανειολήπτες με ετήσιο εισόδημα έως 35.000 ευρώ και να περιληφθούν στις διατάξεις και νέες κατηγορίες δανειοληπτών, όπως οι ελεύθεροι επαγγελματίες κ.ά.
Οι τραπεζίτες από την πλευρά τους έχουν συμφωνήσει για αξία έως 100.000 ευρώ και εισόδημα έως 25.000, απορρίπτοντας αυτόματα κουρέματα και άλλα ανάλογα που περιλαμβάνει η κυβερνητική πρόταση. Η σύγκρουση είναι μετωπική και η κυβέρνηση έχει διχαστεί. Ο κ. Δραγασάκης όμως προσπάθησε να επισημάνει τους κινδύνους αν τελικά το Μαξίμου επιμείνει για προεκλογικούς λόγους στην πρότασή του.
Πηγή: protothema.gr